διήγηση

διήγηση
η (AM διήγησις) [διηγούμαι]
αφήγηση, εξιστόρηση
αρχ.
(ρητ.) το κύριο μέρος τού ρητορικού λόγου όπου εκτίθεται το θέμα τού λόγου.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • διήγηση — η αφήγηση, εξιστόρηση πραγματικών ή φανταστικών γεγονότων: Η διήγηση της ιστορίας έγινε με γλαφυρό τρόπο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • διηγήσῃ — διηγήσηι , διήγησις narration fem dat sg (epic) διηγέομαι set out in detail aor subj mp 2nd sg διηγέομαι set out in detail fut ind mp 2nd sg διηγέομαι set out in detail aor subj mid 2nd sg διηγέομαι set out in detail fut ind mid 2nd sg διηγέομαι… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πωρικολόγος — Διήγηση σε πεζό λόγο, που αποτελεί γενική περιγραφή των οπωρικών, από τα οποία και προέρχεται ο τίτλος της. Ο Π. είναι έργο ανάλογο με το Φυσιολόγος και τον Πουλολόγος. Δεν γνωρίζουμε πότε ακριβώς γράφτηκε το έργο, επειδή όμως γίνεται σε αυτό… …   Dictionary of Greek

  • παραμύθι — Λαϊκή διήγηση στην οποία προέχει το θαυμαστό και το φανταστικό και που έχει για πρωταγωνιστές όντα υπεράνθρωπα, νεράιδες, στρίγκλες, μάγους, δράκους, γίγαντες και, οπωσδήποτε, πρόσωπα ικανά, μέσω μαγικών αντικειμένων ή προσωπικής δύναμης, για… …   Dictionary of Greek

  • μύθος — Παραδοσιακή αφήγηση ενός λαού, στην οποία αποδίδονται ιδιαίτερες αξίες ιερού χαρακτήρα. Ο όρος, τον οποίο οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν για τις φανταστικές διηγήσεις, υποδηλώνει μέχρι σήμερα την πιθανότητα και την αντικειμενική αναξιοπιστία… …   Dictionary of Greek

  • Αίγυπτος — I Κράτος της βορειοανατολικής Αφρικής και (σε μικρό μέρος) της δυτικής Ασίας.Συνορεύει στα Δ με τη Λιβύη, στα Ν με το Σουδάν και στα ΒΑ με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Α από την Ερυθρά θάλασσα.Η Α. (αλ… …   Dictionary of Greek

  • παραδιήγημα — τὸ, Α [παραδιηγούμαι] παρεμβαλλόμενη διήγηση, διήγηση που παρεμβάλλεται ως κάτι διάφορο ή ξένο προς την κυρίως διήγηση …   Dictionary of Greek

  • Σόδομα και Γόμορρα — Αρχαίες πόλεις της παλαιστινιακής Πεντάπολης, που βρίσκονταν, σύμφωνα με την παράδοση, στα Ν της Νεκρής θάλασσας. Κατά τη βιβλική διήγηση (Γένεσις, ιθ), καταστράφηκαν την εποχή του Αβραάμ από «πυρ και θείον», που έβρεξε ο Θεός, ο οποίος είχε… …   Dictionary of Greek

  • αίνος — I Ονομασία αρχαίων πόλεων. 1. Αρχαία πόλη της Θράκης (την αναφέρει ο Όμηρος) στις εκβολές του Έβρου, στην τουρκική σήμερα όχθη του. Φαίνεται πως πριν ακόμα από τη μυκηναϊκή εποχή είχε αποικιστεί από Αιολείς της κυρίως Ελλάδας και των νησιών. Τα… …   Dictionary of Greek

  • αναδιήγηση — η η εκ νέου διήγηση. [ΕΤΥΜΟΛ. < ανα * + διήγηση. Η λ. μαρτυρείται από το 1885 στον καθηγητή τής Βιοχημείας Αναστάσιο Χρηστομάνο στο περιοδικό σύγγραμμα Πλάτων, τόμος Ζ΄] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”